κρασοπότι

κρασοπότι
το
μεγάλη κατανάλωση κρασιού, οινοποσία, μεθοκόπι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρασί + -πότι (< ποτό), κατά το φαγο-πότι].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κρασί — Ποτό που παράγεται από την ολική ή μερική αλκοολική ζύμωση του μούστου (γλεύκους) των νωπών σταφυλιών. Από χημική άποψη, το κ. είναι ένα μείγμα από 85 90% νερό, 5 14% αιθυλική αλκοόλη (οινόπνευμα) και από άλλες ουσίες, που προσδίδουν τα… …   Dictionary of Greek

  • θυσία — η 1. προσφορά σε θεότητα: Αναίμακτη θυσία. – Ευχαριστήρια θυσία. – Θυσία ανθρώπων. – Προσφέρω θυσία. 2. στέρηση αγαθού για χάρη κάποιου σκοπού: Υποβλήθηκε σε πολλές θυσίες για να σπουδάσει το γιο του. – Έγινε θυσία για να μας περιποιηθεί. – Είναι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σπονδή — η 1. ιεροτελεστία στην αρχαιότητα κατά την οποία έχυναν κρασί ή λάδι στη γη από ειδικό αγγείο: Έκαναν σπονδή στον τάφο του Αχιλλέα. 2. πληθ., σπονδές, οι συνθήκη ειρήνης. 3. «σπονδή στο Βάκχο», κρασοπότι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”